- εναλλαγδην
- ἐναλλάγδηνAnth. = ἐναλλάξ См. εναλλαξ
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
εναλλάγδην — ἐναλλάγδην (AM) επίρρ. εναλλάξ, εναλλακτικά, κατά διαδοχή, διαδοχικά, εκ περιτροπής … Dictionary of Greek
ἐναλλάγδην — indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)